κοττερό

κοττερό
το
βλ. κοτερό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Σουάνοι — (Chouans). Βασιλόφρονες αντάρτες της Βρετάνης, της Νορμανδίας και της Βανδέας. Έδρασαν κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, από το 1793 έως το 1796 και αντιμετώπισαν με επιτυχία μεγάλες μονάδες του δημοκρατικού στρατού με τη βοήθεια του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”